Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΖΩΗ


Όλα σχεδόν ήταν έτοιμα για το αποψινό δείπνο.
Το σουφλέ ζυμαρικών και η τούρτα σοκολάτα βρισκόταν στο ψυγείο.
Το ψητό σιγοψηνόταν στο φούρνο. Το στρωμένο όμορφα τραπέζι με λευκό τραπεζομάντιλο, τα καλά σερβίτσια και ένα βάζο κόκκινα τριαντάφυλλα σε συνδυασμό με το αναμμένο τζάκι, έδιναν μια γιορτινή αίσθηση στο χώρο.

Η Άννα πήρε τον καφέ της πηγαίνοντας στον καναπέ. Από το πρωί δεν είχε σταματήσει με τις ετοιμασίες.
Είχε θυμηθεί τα κεράκια;
Ναι ήταν δίπλα στο τασάκι, 18, όσα και τα χρόνια της Φάνης.

Κλείνοντας τα μάτια ξανάζησε τη σκηνή όταν την πήρε πρώτη φορά στην αγκαλιά της.
Ένα ξανθό πλασματακι που δεν ήξερε πώς να το κρατήσει.
Ένα μωρό που δεν ήταν στα άμεσα σχέδια. Ούτε στα δικά της ούτε του Πάνου.

Εκείνη μόλις είχε τελειώσει το οικονομικό και θα έφευγε για μεταπτυχιακό στο Λονδίνο σε δυο μήνες.
Αυτός δούλευε εδώ ως ασκούμενος δικηγόρος.
Δεν τους φόβιζε η απόσταση, άλλωστε υπήρχαν και τα αεροπλάνα.

Δεκαπέντε μέρες πριν φύγει η Άννα έμαθε ότι ήταν έγκυος.
Αντί για φοιτήτρια στο Λονδίνο, ντύθηκε νύφη, έγινε μαμά και νοικοκυρά.
Ο Πάνος  δεν άλλαξε πολύ τα σχέδια του, απλώς πρόσθεσε ένα ακόμα τίτλο στο βιογραφικό του. Αυτόν του πατέρα, απλώς.

Όχι ότι δεν αγαπούσε τη Φάνη. Τη λάτρευε. Μόνο που το έδειχνε τα σαββατοκύριακα και τις γιορτές.
Στο δικηγορικό του γραφείο διοχέτευε όλο το χρόνο και την ενέργεια του.
Σε αντίθεση με την Άννα, που οι μοναδικές της ασχολίες ήταν το μεγάλωμα του παιδιού τους και οι δουλειές του σπιτιού.

Όταν το κορίτσι έγινε 15 χρόνων η Άννα μπήκε συνέταιρος σε ένα μαγαζί με ρούχα.
Είχε κανονίσει να δουλεύει τα πρωινά που η μικρή ήταν σχολείο, για να μπορεί τα απογεύματα να την πηγαινοφέρνει στα φροντιστήρια, τα οποία χρόνο με το χρόνο πλήθαιναν.
Δεν πείραζε όμως, άξιζε το κόπο. Η κόρης της πέρασε φιλοσοφική στη Θεσσαλονίκη.
Αύριο το πρωί η μικρή πετούσε για εκεί.

Έψαξε της τσάντα της να βρει τα εισιτήρια. Χαμογέλασε.
Το εισιτήριο της Φανούλας μαζί με ένα κουτάκι που έκρυβε μια ασημένια καρδούλα, τα άφησε δίπλα στο πιάτο της.
Το δεύτερο εισιτήριο που έγγραφε το όνομα της και είχε προορισμό Λονδίνο, το ξαναέβαλε στην τσάντα της.

Σε λιγότερο από δυο ώρες, πατέρας και κόρη θα ήταν σπίτι.

Έσβησε το φούρνο και πήγε στην κρεβατοκάμαρα.
Έβγαλε από τη ντουλάπα το φόρεμα που αγόρασε το πρωί και το άφησε στο κρεβάτι.
Θα χάριζε τον εαυτό της ένα απολαυστικό μπάνιο με αιθέρια έλαια.

Άλλη μια αλλαγή που θα εφάρμοζε στο μέλλον. Όχι πια γρήγορα ντους. Χρόνος για τον εαυτό της.

Μετά από μισή ώρα βγήκε από το νερό και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη.
Είχε αδυνατίσει χωρίς να χαλαρώσει, το σώμα της άρχιζε να γίνεται μυώδες.
Εδώ και τρεις μήνες πήγαινε σχεδόν κάθε απόγευμα γυμναστήριο, κρυφά από όλους.

Τρεις μήνες.
Από την ημέρα που  είδε τον Πάνο με μια άλλη γυναίκα.
Κατά ένα περίεργο τρόπο, ούτε ζήλεψε ούτε θύμωσε μαζί του,  απλώς την ταρακούνησε.

Ήταν καιρός να ασχοληθεί και με τον εαυτό της, τον είχε παραμελήσει αρκετά.
Δεν την ενδιέφερε να ξανακερδίσει τον άνδρα της.
Έπρεπε να τον δει με κάποια άλλη για να συνειδητοποιήσει ότι δεν τον ήθελε πια.

Το πάθος έσβησε με τον καιρό.
Δεν θυμόταν πότε έκαναν έρωτα για τελευταία φορά.
Τον  αγαπούσε σαν πατέρα της Φάνης, αλλά όχι ως άντρα της.
Αν ήθελε να ήταν ειλικρινής με τον εαυτό της, το παιδί υπήρξε ο κύριος λόγος που προχώρησαν στο γάμο.

Αύριο το μεσημέρι, όταν η Άννα θα βρισκόταν στο αεροπλάνο για Λονδίνο, ο δικηγόρος της θα έδινε στον Πάνο τα χαρτιά του διαζυγίου μαζί με ένα γράμμα της ίδιας, στο οποίο του εξηγούσε του λόγους.

Άκουσε τα κλειδιά στην πόρτα, έριξε μια τελευταία μάτια στο καθρέφτη.
Το φόρεμα αγκάλιαζε το κορμί της αναδεικνύοντας τις καμπύλες της.
Το πρόσωπο μακιγιαρισμένο διακριτικά, έλαμπε από δροσιά.

Χαμογέλασε ικανοποιημένη με τον εαυτό της.
Ήταν μια γυναίκα που είχε πάρει τις αποφάσεις της.
Ανέπνευσε ανακουφισμένη και πήγε να υποδεχτεί τη Φάνη και τον Πάνο.

Ένιωθε σαν να είχε βγάλει μετα από αιώνες τα στενά της παπούτσια, που όσο υπομονή και να έκανε ελπίζοντας ότι θα ανοίξουν, εκείνα παρέμεναν στενά.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

.............
http://adf.ly/JmU30